_________
Επιμέλεια: Βασίλης Παπαγεωργίου
____________
Κ Α Π Ω Σ Α Π Ο Μ Α Κ Ρ Ι Α
Ο Winfried Georg Sebald γεννήθηκε το 1944 στο Βέρταχ του Άλγκοϊ, ένα χωριό με χίλιους περίπου κατοίκους στη νοτιοδυτική Βαυαρία, το οποίο με τα λόγια του συγγραφέα «κάλυπτε χιόνι πέντε μήνες τον χρόνο». Σπούδασε γερμανική φιλολογία στο Φράιμπουργκ. Συνέχισε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της πόλης Φριμπούρ, στη γαλλόφωνη Ελβετία, και στο πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, όπου από το 1966 έως το 1969 δίδαξε επίσης ως λέκτωρ. Το 1970 εγκαταστάθηκε στο Νόριτς, όπου δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας. Το 1987 έγινε καθηγητής Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας στο ίδιο πανεπιστήμιο. Το 1989 ίδρυσε εκεί το Βρετανικό κέντρο λογοτεχνικής μετάφρασης. Ο Ζέμπαλντ υπήρξε, εκτός από πανεπιστημιακός καθηγητής, δοκιμιογράφος, ποιητής, πεζογράφος, ιστορικός, (αυτο)βιογράφος, τεκμηριογράφος, δημοσιογράφος ταξιδιωτικών κειμένων, πλάνης, μεταφραστής (η μετάφραση βοήθησε να χρηματοδοτήσει την ανακαίνιση του σπιτιού του στο Πόρινγκλαντ, έξω από το Νόριτς), φωτογράφος, τηλεοπτικός σεναριογράφος, ερασιτέχνης πολυτεχνίτης, καλλιεργητής της ξενικότητας, αποδημητής και ερευνητής σε χώρους ιστορικούς και γεωγραφικούς, σε λογοτεχνίες, μνήμες και γεγονότα που επανέρχονται με κεντρικά τη γενοκτονία των Εβραίων, τους βομβαρδισμούς των γερμανικών πόλεων στο τέλος του Β΄ Παγκόσμιου πολέμου και τη σχέση της Γερμανίας με το παρελθόν και παρόν της.
Όλες αυτές οι πτυχές έχουν διαμορφώσει το προσωπικό είδος γραφής του που θα μπορούσαμε να το πλησιάσουμε ως δοκιμιακή και τεκμηριωτική μυθοπλασία σε πρώτο πρόσωπο (με αφηγητή τον ίδιο τον συγγραφέα ή κάποιον που του μοιάζει), η οποία εμπλουτίζεται με παραθέματα από άλλους συγγραφείς είτε εντός εισαγωγικών είτε όχι, με φωτογραφίες τοπίων, αντικειμένων, προσώπων και εγγράφων είτε αυθεντικών είτε ψευδοαυθεντικών, με περιηγήσεις και περιπλανήσεις στην ιστορία, τη γεωγραφία και τη λογοτεχνία, με μνήμες και μαρτυρίες δικές του ή άλλων προσώπων. Και ενώ ζούσε χρόνια στην Αγγλία και γνώριζε τα αγγλικά πολύ καλά, έγγραφε πάντα στα γερμανικά. Όπως κάποτε είπε ο ίδιος, δεν αισθάνθηκε ποτέ την ανάγκη να αφήσει τη γερμανική γλώσσα για μια άλλη. Και τη γλώσσα αυτή ο Ζέμπαλντ τη χρησιμοποιεί με τρόπο που ενώ δημιουργεί ένα ακριβές και υψηλό ύφος αφήγησης που στηρίζεται σε επιλεκτική και περίτεχνη φιλολογική και γλωσσική βαρύτητα, την ίδια στιγμή το ύψος του ύφους δημιουργεί μια αίσθηση αιώρησης, καθώς ο πλάνης αφηγητής, με επικές αλλά άνετες δρασκελιές, μας μεταφέρει από τόπο σε τόπο και από γεγονός σε γεγονός.
Την αίσθηση αυτή της αιώρησης, στην οποία αναφέρεται συχνά και ο ίδιος ο συγγραφέας, μπορούμε να τη νιώσουμε και στη σκόπιμη και επεξεργασμένη ασάφεια των εικόνων που συνοδεύουν τις αφηγήσεις του (βλ. σχετικά και το κείμενό μου «Τι τράβηξε τον Ζέμπαλντ στο Νόριτς;», Χάρτης 10, Οκτώβριος 2019). Η περιπλανητική αυτή αιώρηση μας πάει από την αρχή κάθε κειμένου του σε ένα έξω εκεί πέρα, σε μια εξωτερικότητα, όπου παραδόξως ερχόμαστε πιο κοντά στον εαυτό μας καθώς μας κατακλύζει μυητικά μια πλήρης αυτοσυνειδησία. Και το παράδοξο αυτό είναι από τα πράγματα, τα φαινόμενα ή τις αισθήσεις που με πολλές αποχρώσεις καλλιεργούν οι πλάνητες του κόσμου. Το έξω γίνεται ένα μέσα και μας κρατά με πολλούς τρόπους ενεργούς στην ανοιχτή εσωτερικότητά του. Ο κόσμος εδώ είναι τότε γεμάτος λεπτομέρειες, αλλά ιδιαίτερα στα κείμενα του Ζέμπαλντ είναι η μεγάλη, περιμετρική και διαχρονική εικόνα που αυτές ανασυνθέτουν που μας απορροφά και μας επιφωτίζει. Σε αντίστιξη, για παράδειγμα, με την αφηγηματική αφοσίωση του Πέτερ Χάντκε, όπου οι λεπτομέρειες διαρκώς ανοίγονται σε νέες λεπτομέρειες, ενώ εμείς αφηνόμαστε με όλο και πιο μεγάλη εμπιστοσύνη στην εγγύτητα και την οικειότητα της ακρίβειάς τους, πάντα μέσα από ένα εκμυστηρευτικό εγώ, ξεχνώντας τη μεγάλη εικόνα της οποίας αυτό είναι μέρος. Ο Χάντκε αναχωρεί εισχωρώντας ήρεμα όλο και πιο βαθιά στον κόσμο και τη λεπτή σύστασή του. Ο Ζέμπαλντ ως ξένος και με μας ως ιδιόξενούς του αναχωρεί για να παρατηρήσει κριτικά από μια εποπτική, επικών διαστάσεων απόσταση και πάντα με την επιδίωξη μιας κάποιας έντασης κατά νου, όπως ίδιος είπε κάποτε, συχνά δυσοίωνης και απειλητικής. Ίσως εδώ η θολούρα των διάσπαρτων εικόνων και φωτογραφιών του, η αιώρηση που είναι ενσωματωμένη μέσα της, να δημιουργεί για τον ίδιο και για πολλούς από μας ένα διάλειμμα από την ένταση της αφήγησης, να κάνει πιο προσηνή τον αβέβαιο χώρο ανάμεσα στην αλήθεια και τη μυθοπλασία, στο τεκμήριο και στην προσωπική απόδοσή του, στο αυθεντικό και στην ανέφικτη καταγραφή του.
Ο Β. Γκ. (Μαξ για τους φίλους του) Ζέμπαλντ πέθανε στις 14 ∆εκεμβρίου 2001 από καρδιακή προσβολή, καθώς οδηγούσε το αυτοκίνητό του, το οποίο στη συνέχεια συγκρούστηκε με φορτηγό. Είχε ήδη από χρόνια προβλήματα με την καρδιά του, αδιαφορούσε για την αρτηριακή του υπέρταση, ενώ κάπνιζε ασταμάτητα άφιλτρα τσιγάρα. Η βιογράφος του Carole Angier προσθέτει σ’ όλα αυτά και τις όλο και πιο συχνές και πιο έντονες περιόδους κατάθλιψης που τον έκλειναν στον εαυτό του και τον ωθούσαν σε μοναχικά ταξίδια και περιπλανήσεις (για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία βλ. «Ευγνωμοσύνη για το μυστήριο Ζέμπαλντ», Χάρτης 36, Δεκέμβριος 2021).
Στη συλλογή Πάνω από τη στεριά και το νερό
(Über das Land und das Wasser, 2008, σ. 39, με πιθανή χρονιά ολοκλήρωσής της το 1984), στο ποίημα «Κάτι στο αυτί μου», ο Ζέμπαλντ μιλά για τον θάνατο της καρδιάς, αυτόν που, τελικά, χρόνια αργότερα τον βρήκε στο αυτοκίνητό του κοντά στο Νόριτς:
Καθώς με παίρνει ο ύπνος
στον καναπέ
ακούω από μακριά
τις χήνες στο ραδιόφωνο
να ακονίζουν τα ράμφη τους
για να διαβάσουν την ετυμηγορία
Η ερυσίβη φουντώνει στον κήπο η παράλυση απλώνεται
μια μακρά διαδοχή
από ελάχιστες τρομάρες
νιώθω το αίμα κάτω από τις ρίζες των δοντιών μου
Όταν ξυπνώ
μου γνέφει
ο καρδιακός θάνατος από την άλλη μεριά της αβύσσου
(Η μετάφραση αυτή στο βιβλίο μου Αϋπνία, σ. 62-63, Σαιξπηρικόν 2017.)
ΒIBΛΙΑ ΤΟΥ ΖΕΜΠΑΛΝΤ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
____________
Αδιήγητη ιστορία. Μαζί με τον ζωγράφο Jan Peter Tripp. Μετάφραση και επίμετρο. Βασίλης Παπαγεωργίου, Σαιξπηρικόν 2016.
Η ανάδυση της μνήμης. Συζητώντας με τον W.G. Sebald. Συνεντεύξεις και δοκίμια. Μετάφραση Βασίλης Δουβίτσας, ανθολόγηση Lynne Sharon Schwartz, Άγρα 2014.
Αίσθημα ιλίγγου, μτφρ. Ιωάννα Μεϊτάνη, Άγρα 2009.
Εκ του φυσικού, μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης.,Άγρα 2009.
Οι δακτύλιοι του Κρόνου, μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης, Άγρα 2009.
Η φυσική ιστορία της καταστροφής, μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδη, Άγρα 2008.
Οι ξεριζωμένοι, μτφρ. Γιάννης Καλιφατίδης, Άγρα 2006.
Άουστερλιτς, μτφρ. Ιωάννα Μεϊτάνη, Άγρα 2006.