Mαίρη Όλιβερ
(1935-2019)

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ:

Ελένη Βλάχου, Ζωγραφιά Κεφαλοπούλου

Ένα σύντομο βιογραφικό

Η Μαίρη Τζέιν Όλιβερ (10 Σεπτεμβρίου 1935-17 Ιανουαρίου 2019) γεννήθηκε στο Οχάιο και πέρασε την παιδική της ηλικία κοντά στη φύση, στο Κλίβλαντ. Σε ηλικία 14 ετών έφυγε από το σπίτι των γονιών της, δραπετεύοντας από ένα κακοποιητικό περιβάλλον και από την σεξουαλική κακοποίηση που είχε υποστεί από τον πατέρα της. Η απόδραση από τη βία, συνώνυμη για εκείνη με την απόδραση από το σπίτι, τον οίκο, αλλά και τον περιορισμό των κλειστών χώρων, στάθηκε καθοριστική για την εξέλιξη της προσωπικότητάς της, και η αναζήτηση πέρα από τα στενά όρια των κτηρίων, του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και της αποκομμένης από τη φύση ύπαρξης είναι μια σταθερά στην ποίησή της. “Αναζητώντας κάτι, βρήκα ολόκληρο τον κόσμο”, δήλωσε σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Κρίστα Τίπετ το 2015. Εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή, με τίτλο No Voyage, and Other Poems σε ηλικία 28 ετών. Ακολούθησαν πάνω από τριάντα ποιητικές συλλογές, αλλά και πεζά έργα σχετικά με την θεωρία της ανάγνωσης και της γραφής της ποίησης (A Poetry Handbook και Rules for the Dance: A Handbook for Writing and Reading Metrical Verse) και δύο συλλογές δοκιμίων (Long Life: Essays and Other Writings και Upstream: Selected Essays). Για την συλλογή της American Primitive (1983) τιμήθηκε με Βραβείο Πούλιτζερ το 1984, ενώ έλαβε επίσης το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ στην κατηγορία της ποίησης το 1992, για τη συλλογή New and Selected Poems. Ακόμα, υπήρξε υπότροφος του Ιδρύματος Γκουγκενχάιμ και αναγορεύτηκε επίτιμη διδάκτορας σε ακαδημαϊκά ιδρύματα όπως το Ινστιτούτο Τέχνης της Βοστώνης.

Συνέχισε να γράφει ποίηση για ολόκληρη τη διάρκεια της ζωής της, με απήχηση στο κοινό κι επιτυχία στις πωλήσεις. Οι θεματολογίες της πηγάζουν σταθερά από την επαφή της με τη φύση, και γράφει συχνά στο πρώτο πρόσωπο, το οποίο, εξηγεί, δεν υιοθετεί για λόγους αυτοαναφορικότητας, αλλά για να μπορεί να είναι το “εγώ” προσβάσιμο σε κάθε άτομο που θα διαβάσει τα ποιήματά της. Πέρα από τη δουλειά της στην ποίηση, που προσέγγιζε, με τα δικά της λόγια, με προσοχή και πειθαρχία, είχε εργαστεί ως γραμματέας της αδερφής της ποιήτριας Edna St. Vincent Millay σε νεαρή ηλικία. Την δεκαετία του ‘50 γνώρισε τη φωτογράφο Μαίρη Μαλόουν Κουκ, με την οποία έζησε για πάνω από 40 χρόνια, μέχρι τον θάνατο της Κουκ το 2006. Για τη γνωριμία τους είχε γράψει πως, «Μόλις την είδα έπεσα κάτω, έμεινα, σωριάστηκα». Κι ενώ σε πολλά γραπτά της αναφέρεται στον έρωτά τους και την σχέση τους, η ποίησή της δεν διαπραγματεύεται τις επίκαιρες διεκδικήσεις του κουίρ κινήματος, κάτι για το οποίο έχει επικριθεί. Ακόμη, οι συνδέσεις που επιχειρεί μεταξύ ανθρώπου και φύσης έχουν αντιμετωπιστεί κατά καιρούς με καχυποψία, στο βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί ότι διαιωνίζουν την αντίληψη που θέλει τη φύση να προσωποποιείται στο σώμα της γυναίκας. Η αλήθεια είναι ότι η σωματικότητα και το υλικό διατρέχουν όλη την ποίηση της Όλιβερ, όμως μέσα από ένα πρίσμα αέναης μεταμόρφωσης και αποδοχής, και όχι μιας μονολιθικής και αυτονόητης σύνδεσης του θηλυκού με τη φύση, κάτι που προσκαλεί (και) σε κουίρ αναγνώσεις. Στην ποίησή της, αποφεύγει να αποδώσει μόνιμα χαρακτηριστικά, τόσο σε ανθρώπους όσο και σε φυσικά φαινόμενα, ζώα ή φυτά, αλλά τους αναγνωρίζει πολλαπλά ενδεχόμενα σύνδεσης κι εξέλιξης.

Η Όλιβερ ασθένησε από καρκίνο του πνεύμονα, θέμα που διαπραγματεύτηκε στο ποίημα The Fourth Sign of the Zodiac. Συνέχισε, πάντως να καπνίζει – “Ο γιατρός είπε ότι οι πνεύμονές μου είναι καλά. Σου δίνεται η καλή η τύχη, τη δέχεσαι. Και συνεχίζεις να καπνίζεις”, δήλωνε στην Τίπετ. Πέθανε στο σπίτι της στην Φλόριντα, σε ηλικία 83 ετών, τον Ιανουάριο του 2019, έχοντας νοσήσει με λέμφωμα. Την απώλειά της ακολούθησε συλλογικό πένθος από το αναγνωστικό κοινό. Μπαίνοντας στον τέταρτο χρόνο της απουσίας της από αυτόν τον κόσμο, θελήσαμε να φτιάξουμε το αφιέρωμα αυτό με προσοχή που, η ίδια έλεγε, είναι η αρχή της αφιέρωσης.

Τίτλοι συλλογών της, ενδεικτικά: No Voyage, and Other Poems (1963), American Primitive (1983), Dreamwork (1986), New and Selected Poems (1992), Blue Pastures (1995), What Do We Know (2002), Why I Wake Early: New Poems (2004), A Thousand Mornings (2012), Blue Horses (2014), Felicity (2015).

Η εισαγωγή γράφτηκε από την Ελένη Βλάχου, με κοινές παρατηρήσεις και από τις δύο μεταφράστριες.


Για την Όλιβερ σχετικό κείμενο στον Χάρτη: Άγριες χήνες / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)