Williams και Shelley μοιράζονταν κάτι κοινό: Είχαν και οι δύο αποπλανήσει τις συζύγους τους
Δύο ποιήματα υποδειγματικά της προσωπικής μυθολογίας του σπουδαίου Αμερικανού ποιητή ΤΖΕΗΜΣ ΜΕΡΙΛ
Ο λευκός αστυνομικός πιέζει με το γόνατο στο λαιμό το μαύρο πολίτη και τον σκοτώνει κι αναρωτιέμαι: ποιος, τελικά, είναι ο Άγριος;
Μαύρο αστέρι, στρογγυλό, με μαύρες εξοχές ν’ απλώνονται στο στερέωμα. Ξεκινούσε το όνειρο, κι ήμουν ακόμη ξύπνιος
Έμπαινε στο σπίτι κι έλεγε: Κάνε μου ένα καφέ να έρθει η ψυχή μου στη θέση της· δεν αντέχω τη συμπεριφορά του σε μια τέτοια κυρία.
«Προσοχή: Ενώ τραβάτε το χαλινάρι, πρέπει να φωνάξετε ένα ακατάληπτο συμπίλημα συμφώνων (“μπρρρρρρτ!”)»
Έτσι που τους φυσούσε η σκέψη το μαλλί και τις θωρούσες όλο νάζι να πηδάνε στο κουτσό των ήχων, μια στη σκιά τους, μια στο φως
Δε λες φτηνά τη γλιτώσαμε, ναι, πες φτηνά τη γλιτώσαμε...
Χρώματα σάπιου τούβλου, σκουριάς, υγρής ώχρας δεν έχουν τι άλλο να πουν
Μόλις ξυπνήσεις το πρωί, μη σκεφτείς τίποτα. Γίνε χάος. Γίνε η πληροφορία του εαυτού σου
Ένα ποίημα του μεγάλου Ιρλανδού ποιητή του 20ού αιώνα, γραμμένο το φθινόπωρο του 1938
Ο αχανής κόσμος των αντιθετικών εννοιών. Η παραγωγική δύναμη του λεξικού μορφήματος αντι-
Ένα σκαρίφημα και για το όνειρο και για την Κατερίνα και για το εικαστικό πορτρέτο της